• Tel.: + (30) 6936440198

Τι ξέρετε για τα τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά;

3 - Γλωσσικά σημειώματα (Πρώτο μέρος)

Τι ξέρετε για τα τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά;

Τι ξέρετε για τα τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά; 800 533 Evangelia Georgantzi

Τι ξέρετε για τα τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά;

Είναι γοητευτικό το ψάξιμο σχετικά με την ετυμολογία των λέξεων, τη σχέση μεταξύ τους και τις συγγένειες που προκύπτουν αναπάντεχα. Έτσι λοιπόν σχετικά με τις λέξεις που αναφέρονται στον τίτλο έχουμε και λέμε.

Αρχική σημασία του τρώω ήταν «τρώω ωμά, μασώ, ροκανίζω (με τα δόντια» καρπούς, φρούτα, όσπρια, βολβούς. Η προέλευση της λέξης είναι από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα tere– (= τρίβω, τρυπώ) εξ ου και τα τρωκτικά, τα ζωάκια που ροκανίζουν τα πάντα όπως ο σκίουρος, το ποντίκι κ.ά.

τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά

Προς το τέλος της κλασικής εποχής το ρ. τρώ(γ)ω άρχισε να αντικαθιστά το αρχαίο ρήμα εσθίω στη γενική του σημασία (π.β. Ευπολ. απόσπ.23.2: «τοσοῦτος < ὢν > τὸ μέγεθος ἰχθῦς τρώγεται».

Το ρήμα τρώω χρησιμοποιείται ευρέως στα νέα ελληνικά με πλήθος εκφράσεων και ιδιωτισμών που εμπλουτίζουν και διανθίζουν το λόγο. Είναι ένα από τα ελληνικά ρήματα με τις περισσότερες χρήσεις σε ποικίλες έννοιες. Στο παρόν κείμενο παρατίθενται επίσης και ορισμένες παροιμίες και γνωμικά.

τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά

Παροιμίες

1. Τρώει η μάνα και του παιδιού δε δίνει.

Λέγεται για κάτι που είναι πάρα πολύ νόστιμο και η μάνα το τρώει μόνη της και δεν το δίνει ούτε στο παιδί της.

 

2. Σαν σκλάβος δούλευε και σαν αφέντης τρώγε.

Όποιος εργάζεται πολύ, απολαμβάνει τα αποτελέσματα της εργασίας του.

 

3. Από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί.

Δεν πρέπει να ασχολείται κανείς με υποθέσεις από τις οποίες δεν έχει να κερδίσει τίποτα.

 

4. Όποιον μπλέκεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες.

Όποιος ανακατεύεται με ύποπτες και άσχημες δουλειές, ζημιώνεται.

 

5. Πέσε πίτα να σε φάω.

Λέγεται για τους τεμπέληδες που τα θέλουν όλα έτοιμα και δε θέλουν να κουραστούν για να τα αποκτήσουν.

 

6. Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη.

Η υπερβολική δουλειά βλάπτει τελικά τον εργαζόμενο.

 

7. Η φτήνια τρώει τον παρά.

Όταν αγοράζει κανείς κάτι φτηνό, χαλάει εύκολα και αναγκάζεται κανείς να ξοδέψει περισσότερα χρήματα για να το αντικαταστήσει.

τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά

Ιδιωτισμοί - Εκφράσεις

Να σας εκμυστηρευτώ ότι όσο χρόνο περισυνέλεγα τους ιδιωτισμούς σχετικά με το ρήμα τρώω, σκέφθηκα ότι οι τόσες εφαρμογές του στην ελληνική γλώσσα θα πρέπει να έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον όσων ασχολούνται με την κοινωνιογλωσσολογία και να έχουν ήδη γίνει σχετικές μελέτες σχετικά με αυτό το θέμα τις οποίες δυστυχώς, δε γνωρίζω.

Το δικό μου σκεπτικό ήταν ότι, επειδή η Ελλάδα πέρασε μεγάλες περιόδους πολέμων και πείνας, είναι πιθανόν να δημιουργήθηκε στο υποσυνείδητο του Έλληνα η ανάγκη να εκφραστεί με αυτό το ρήμα χρησιμοποιώντας το σε τόσο διαφορετικές και ποικίλες περιπτώσεις.

Ο νους μου πήγε στην αγγλική γλώσσα και στη γαλλική. Προσπάθησα να βρω εκφράσεις με τα ρήματα to eat, manger εκτός της βασικής τους σημασίας αλλά δε βρήκα με την πρώτη. Ίσως αν εντρυφήσει κανείς, να βρει κάτι αλλά αποκλείεται να υπάρχει τέτοια πληθώρα χρήσης.

1. Γκρινιάζω – Παραπονιέμαι – Κλαψουρίζω – Μουρμουράω

Συνεχώς τρώγεσαι με τα ρούχα σου. Το ένα σου βρωμάει, το άλλο σου μυρίζει. Τίποτα δε σ’ αρέσει.

2. Μαλώνω – Καυγαδίζω – Τσακώνομαι – Διαπληκτίζομαι – Πιάνομαι

Ο Μίμης τρώγεται συνέχεια με τους συναδέλφους του στο γραφείο. Δεν τον αντέχω πια.

3. Ξοδεύω – Σπαταλώ – Χάνω

Ο Νικόλας τα ΄φαγε όλα στα χαρτιά. Έχασε μια περιουσία.

4. Κλέβω – Αφαιρώ – Καταχρώμαι – Υπεξαιρώ

Αυτός ο ταμίας έφαγε χρήματα από το ταμείο της επιχείρησης στην οποία εργαζόταν επί σειρά ετών.

5. Τα παίρνω – Τα οικονομάω – Επωφελούμαι

Οι προμηθευτές δομικών υλικών αυτής της τεχνικής εταιρείας φάγανε από παντού, από τα υλικά, από προμήθειες κ.λπ.

6. Τσιμπώ, δαγκώνω

Με έφαγαν τα κουνούπια.

7. Δέρνω – Δίνω ξύλο – Τρώω ξύλο

Θα τις φας, Γιαννάκη, αν δεν κάνεις αυτό που σου λέω.

Αν δεν κάτσεις να διαβάσεις θα φας της χρονιάς σου.

8. Δεν ξαναμιλώ – Δε λέω κουβέντα

Φάε τη γλώσσα σου, χριστιανή μου! Μην ξαναπείς ότι δε θα περάσει η Μαρία στο τεστ.

9. Λυσσάω

Φαγώθηκε να παντρευτεί από τα δεκαοκτώ της και να το αποτέλεσμα: Χώρισε επάνω στο χρόνο. 

10. Τσακώνομαι – Μαλώνω

Επιτέλους, παιδιά, μην τρώγεστε σαν το σκύλο με τη γάτα! Ηρεμήστε!

11. Δολοφονώ – Σκοτώνω

Τον έφαγε η μαφία για να μη μιλήσει. Η γυναίκα του είναι απαρηγόρητη.

12. Ψάχνω

Έφαγα τον κόσμο να βρω το πορτοφόλι μου αλλά δεν το βρήκα.

13. Είμαι πλούσιος – Ζω πλούσια

Αυτός έχει λεφτά να φαν’ κι οι κότες αλλά η τσιγκουνιά του είναι απίστευτη. 

Από τότε που κληρονόμησαν το θείο τους, όλοι τους τρώνε με χρυσά κουτάλια.

14. Πηδάω – Παραβλέπω – Παραλείπω – Κόβω – Μασάω

Διάβαζε και άρθρωνε καλύτερα. Έφαγες ολόκληρες αλλά και μισές λέξεις από το κείμενο. Χρειάζεσαι εξάσκηση στην ανάγνωση.

15. Αποτυγχάνω – Την πατάω

Επένδυσε όλα του τα λεφτά σ΄ αυτή την επιχείρηση και τελικά έφαγε τα μούτρα του. Αυτή τη στιγμή δεν έχει μία.

16. Δεν πιστεύω – Δεν είμαι βλάκας για να σε πιστέψω

Δεν πιστεύω τίποτα από όσα μου λες. Να ξέρεις ότι εγώ δεν τρώω κουτόχορτο.

Φτάνουν πια τα ψέματά σου. Να ξέρεις ότι δεν τα τρώω εγώ αυτά.

17. Ζω φιλικά με κάποιον για πολλά χρόνια

Είμαι απογοητευμένος από το φίλο μου, τον Κώστα. Φάγαμε μαζί ψωμί κι αλάτι και τώρα ούτε ένα τηλεφώνημα δε μου κάνει.

18. Υποφέρεται

Η Ελένη δεν είναι όμορφη αλλά τρώγεται.

19. Απορρίπτεται κάποιος ερωτικά

Ο Αντρέας την έφαγε τη χυλόπιτα από την Άννα. Του είπε ξεκάθαρα ότι δεν τον θέλει.

20. Τρώω πάρα πολύ, με λαιμαργία – Καταβροχθίζω τα πάντα – Περιδρομιάζω

Σταμάτα να τρως! Έχεις φάει τον αγλέουρα / τον περίδρομο / τον άμπακα.

Αρχίζοντας το ψάξιμο και ανασκαλεύοντας τις επί σειρά ετών μαζεμένες σημειώσεις μου για θέματα γλώσσας, δεν φαντάστηκα ότι το σημερινό σημείωμα θα έπαιρνε την έκταση που πήρε. Αλλά όπως γνωρίζετε όλοι Ψάχνοντας σου έρχεται η όρεξη. Έτσι λοιπόν το πόνημα πέριξ του τρώω χωρίστηκε σε δύο μέρη. Αναμείνατε, λοιπόν, το Β’ μέρος λίαν συντόμως!

(Συνεχίζεται)

τρώω & τρώγομαι, φαγώνομαι, αλλά και για τα τρωκτικά
Our website uses cookies, mainly from 3rd party services. Define your Privacy Preferences and/or agree to our use of cookies.